Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Η κιτρινισμένη φωτογραφία



...Στο λιγοστό φως αυτής της μουντής χειμωνιάτικης μέρας αντικρίζει για πρώτη φορά τη γυναίκα του παραμυθιού. Ένα λεπτότατο δίχτυ από ρυτίδες σκεπάζει το ωραίο πρόσωπό της, το πρόσωπο της κοπέλας στην κιτρινισμένη φωτογραφία του παλιού μενταγιόν. Είναι ντυμένη στα ολόμαυρα, με τις λεπτές, λευκές της κοτσίδες στερεωμένες στην κορυφή του κεφαλιού, και στα χείλη της έχει μαρμαρώσει ένα γαλήνιο χαμόγελο. Την ίδια στιγμή μια γριούλα πλησιάζει στο φέρετρο. 

Αποθέτει στα πόδια της νεκρής ένα κομμάτι μεταξωτό, στο χρώμα του μενεξέ, κι έπειτα στέκεται σιωπηλή πλάι στη Νεφέλη. Εκείνη την κοιτάζει απορημένη. "Είχαν πληγιάσει τα χεράκια της από τα ντρίλια και τους αλατζάδες που έραβε όλη μέρα!" της ψιθυρίζει στ' αυτί η μαυροντυμένη γριούλα, λες και διάβασε τη σκέψη της. "Μού 'λεγε 'Και τι δεν θα 'δινα για να 'χα ένα κομμάτι μεταξωτό να γαζώσω, κυρα-Γεωργία! 

Ένα μεταξωτό... και να κύλαγε κάτω απ' τη βελόνα της ραπτομηχανής μου σαν να 'ταν ανοιξιάτικο συννεφάκι... ' Έτσι μου 'λεγε"...

* ΒΙΚΗ ΔΕΜΟΥ, Το Μενταγιόν της Γιαγιάς Ευγενίας, εκδ. Πατάκη, 1997*